Και αν ναι, γιατί δεν επιστρατεύονται για να σώσουν ζωές;
Οι σκύλοι, με την πανίσχυρη μύτη τους, όντως είναι σε θέση να ανιχνεύσουν την ιδιαίτερη οσμή που αναδίδουν τα καρκινικά κύτταρα. Και τότε γιατί δεν χρησιμοποιούνται στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου;
Τετράποδοι φίλοι με «υπερδυνάμεις»
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή… Σύμφωνα με ένα σχετικό άρθρο στο LiveScience.com, η πρώτη επιστημονική αναφορά που δημιουργούσε υποψίες για την ικανότητα του σκύλου να εντοπίζει τον καρκίνο διά της οσμής δημοσιεύτηκε το 1989 στη βρετανική επιθεώρηση The Lancet.
Το άρθρο περίγραφε την περίπτωση ενός σκύλου ο οποίος καθημερινά μύριζε επίμονα μια δερματική βλάβη στο πόδι της ιδιοκτήτριάς του, προσπαθώντας μάλιστα να δαγκώσει την περιοχή όταν εκείνη φορούσε σορτς! Προβληματισμένη η γυναίκα, απευθύνθηκε στους ειδικούς, που διαπίστωσαν ότι η βλάβη ήταν στην πραγματικότητα ένα κακοήθες μελάνωμα.
«Αυτός ο σκύλος ενδεχομένως να έσωσε τη ζωή της ιδιοκτήτριάς του, παρακινώντας τη να αναζητήσει θεραπεία όσο η βλάβη ήταν ακόμα σε ιάσιμο στάδιο», σχολίαζαν σχετικά οι γιατροί στο επιστημονικό άρθρο.
Ακολούθησαν και άλλες αναφορές για σκύλους που είχαν εντοπίσει μελανώματα, αλλά μόλις το 2006 δημοσιεύτηκαν οι πρώτες καλοσχεδιασμένες μελέτες του είδους, που έδειξαν ότι τα εκπαιδευμένα σκυλιά μπορούν, όντως, να εντοπίσουν τον καρκίνο μυρίζοντας βιολογικά δείγματα, όπως την ανάσα ή τα ούρα ενός ανθρώπου. Κι αυτό γιατί τα καρκινικά κύτταρα αναδίδουν μια χαρακτηριστική οσμή, την οποία ένας σκύλος μπορεί να διακρίνει, σύμφωνα με τον Αυστριακό πνευμονολόγο Klaus Hackner, συνεργάτη του αυστριακού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Κρεμς.
Δυσκολίες στην εφαρμογή της ιδέας
Ο ίδιος ειδικός εξηγεί ότι μέσα σε περίπου έξι μήνες οι περισσότεροι σκύλοι μπορούν να εκπαιδευτούν ώστε να αναγνωρίζουν τη μυρωδιά συγκεκριμένων τύπων καρκίνου. Όμως, δεδομένου ότι σε πραγματικές συνθήκες (και όχι στις εργαστηριακές συνθήκες ενός πειράματος) ένας εκπαιδευμένος σκύλος θα χρειαστεί να μυρίσει περίπου χίλια δείγματα ιστών για να εντοπίσει μόλις τέσσερα καρκινικά δείγματα, ο χειριστής του δεν θα είναι σε θέση να επιβεβαιώσει επί τόπου ότι ο σκύλος επέλεξε το σωστό μείγμα ώστε να τον επιβραβεύσει και να τον ενθαρρύνει να συνεχίσει τη δουλειά του.
Συγκεκριμένα, όπως ανακάλυψε ο Hackner σε μια μελέτη του που δημοσιεύτηκε το 2016 στην επιθεώρηση Journal of Breath Research: «δεν μπορούσαμε να προσφέρουμε θετική επιβράβευση στο σκύλο γιατί δεν ήμασταν σε θέση να διαπιστώσουμε αμέσως αν εκείνος είχε κάνει τη σωστή επιλογή ή όχι. Αυτό προκαλούσε στρες τόσο στους σκύλους όσο και στους χειριστές τους».
Αυτό το πρόβλημα, ωστόσο, ίσως αντιμετωπιστεί, αν παράλληλα με κάθε ιστολογικό δείγμα προς εξέταση ο σκύλος μυρίζει και ένα δείγμα καρκινικών κυττάρων, ώστε τουλάχιστον για κάθε δύο «σκαναρίσματα» ιστών να εισπράττει μία επιβράβευση και να έχει το κίνητρο να συνεχίσει τη δουλειά του για πολλές ώρες, πιστεύει ο Hackner.
Αλλά ακόμα και τότε, όπως εξηγεί ο παραπάνω ειδικός, απαιτούνται τεράστιες ποσότητες πόρων (χρόνου, χρημάτων κ.λπ.) ώστε τα σκυλιά να εκπαιδευτούν με τρόπο που να αναγνωρίζουν όλους τους διαφορετικούς τύπους καρκίνου που απειλούν τον άνθρωπο. Και πάλι όμως, στη διάρκεια μιας «κακής ημέρας» μπορεί να καταλήξουν σε ένα ψευδές αποτέλεσμα, με συνέπεια να τους διαφύγει κάποια διάγνωση, όπως προσθέτει η Hilary Brodie, καθηγήτρια Ωτορινολαρυγγολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια.
Ελπίδα για το μέλλον
Υπάρχει, ωστόσο, ένας (τουλάχιστον) τρόπος με τον οποίο οι τετράποδοί μας φίλοι μπορούν να μας βοηθήσουν να νικήσουμε τον καρκίνο: Αν χρησιμοποιήσουμε το σύστημα της όσφρησής τους ως μοντέλο για να κατασκευάσουμε τεχνητές «μύτες», δηλαδή μηχανήματα διάγνωσης του καρκίνου που θα δρουν έγκαιρα, μη επεμβατικά και με ακρίβεια. Ωστόσο, η διαθέσιμη τεχνολογία δεν μας επιτρέπει, προς το παρόν, να κάνουμε αυτό το όνειρο πραγματικότητα.