Πολλά έχουν γραφτεί για το πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η φροντίδα ενός ασθενή συγγενή μας. Τι γίνεται όμως όταν αναλαμβάνουμε ένα χρόνια ή σοβαρά άρρωστο ζώο;
Πρόσφατα μια 35χρονη Αμερικανίδα νηπιαγωγός, η Jessica Wiles, κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα στο σύντροφό της και τη σκυλίτσα της, τη Mia, σύμφωνα με ένα ρεπορτάζ του TheCut.com. Διάλεξε να παραμείνει με τη Mia, τερματίζοντας την ερωτική σχέση της.
Δύο χρόνια νωρίτερα, η Mia είχε διαγνωστεί με το σύνδρομο Cushing, μια ορμονική διαταραχή που, μεταξύ άλλων, προκαλεί νωθρότητα, αδυναμία και ευαισθησία σε λοιμώξεις. Τότε, η Wiles άρχισε να περνάει όλο και περισσότερο χρόνο στο σπίτι για να τη φροντίζει, πράγμα που έκανε το σύντροφό της να δυσανασχετεί και να την κατηγορεί ότι τον παραμελεί για χάρη του σκύλου της.
Όταν η Wiles επιχείρησε να εξηγήσει σε άλλους το λόγο του χωρισμού, αντί για συμπάθεια εισέπραξε την περιφρόνηση. Γιατί δεν αποφάσιζε, τη ρωτούσαν αρκετοί, να κάνει ευθανασία στη σκυλίτσα; Όμως γνωρίζοντας ότι η κατάσταση της Mia είναι, μεν, χρόνια αλλά διαχειρίσιμη, δεν είδε ούτε στιγμή την ευθανασία ως επιλογή.
Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι κάποιοι αναλαμβάνουν τη φροντίδα ενός χρόνια ασθενούς ζώου, ωστόσο δεν πρέπει να παραβλέπουμε ούτε να υποτιμάμε το ψυχικό αλλά και οικονομικό κόστος που συνοδεύει μια τέτοια απόφαση.
Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά η κλινική νευροψυχολόγος Mary Beth Spitznagel, «βλέπουμε παρόμοια μοτίβα [ανάμεσα στη φροντίδα ενός ασθενούς ζώου και εκείνη ενός ασθενούς ανθρώπου] από τις απόψεις της κόπωσης, του ανεβασμένου στρες, των καταθλιπτικών συμπτωμάτων και της χαμηλότερης ποιότητας ζωής».
Η νευροψυχολόγος ξεκίνησε τη σχετική έρευνα όταν κλήθηκε να φροντίσει το σκύλο της, Allo, που διαγνώστηκε με καρκίνο της ουροδόχου κύστης, και συνειδητοποίησε ότι μια τέτοια εμπειρία δεν απέχει ιδιαίτερα από το να φροντίζεις έναν άρρωστο συγγενή σου.
Όπως διαπίστωσε λοιπόν στη διάρκεια της μελέτης της, όσοι φροντίζουν ζώα με χρόνιες ή σε τερματικό στάδιο ασθένειες παρουσιάζουν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους και χαμηλότερα επίπεδα ευεξίας σε σχέση με τους ιδιοκτήτες ενός υγιούς ζώου.
Όμως το κόστος της φροντίδας ενός αρρώστου κατοικίδιου δεν είναι μόνο ψυχικό αλλά και οικονομικό.
Χαρακτηριστικά, η Wiles αναγκάστηκε να πιάσει και δεύτερη δουλειά για να πληρώνει τα έξοδα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης της σκυλίτσας της, ενώ παρουσίασε και δικά της προβλήματα υγείας, τα οποία επιδεινώθηκαν από το γεγονός ότι κλήθηκε, μαζί με τη μητέρα της, να φροντίσουν και τη γιαγιά της.
«Νιώθω παγιδευμένη», λέει στο ίδιο ρεπορτάζ και η 40χρονη Petra Lee, που πέρυσι βρέθηκε να φροντίζει ένα τυφλό σκύλο, ένα σκύλο με αλλεργίες, έναν επιληπτικό σκύλο και μια γάτα με καρκίνο. «Έχανα πολλές ώρες ύπνου. Σε κάποια φάση δεν μπορούσα να είμαι λειτουργική και αναγκαζόμουν να παίρνω συχνά άδεια από τη δουλειά μου. Δυσκολευόμουν να βρω χρόνο ακόμα και για να μαγειρέψω για μένα».
Η μελέτη της Spitznagel είναι η πρώτη του είδους της, ωστόσο οι κτηνίατροι και όσοι ασχολούνται με θέματα ζώων γνωρίζουν εδώ και χρόνια το πρόβλημα. Η Susan Cohen, που παρέχει συμβουλές σε ιδιοκτήτες κατοικίδιων ως συνεργάτιδα της Αμερικανικής Εταιρείας Πρόληψης της Βίας στα Ζώα (ASPCA), λέει ότι τα πιο συνηθισμένα προβλήματά τους είναι «η συνεχής επιτήρηση των ζώων, η απομόνωση και οι ενοχές» και προσθέτει: «Διαρκώς προσπαθούν να καταλάβουν αν η κατάσταση του κατοικίδιού τους βελτιώνεται ή επιδεινώνεται, αλλά δεν έχουν κανέναν να το συζητήσουν».
Σε κάθε περίπτωση, τα νέα δεδομένα δεν πρέπει να μας αποθαρρύνουν από το να υιοθετήσουμε ένα ζώο με προβλήματα υγείας. Είναι σημαντικό όμως να κατανοούμε από την αρχή όλες τις προεκτάσεις μιας τέτοιας απόφασης, γιατί χειρότερη από μια αρνητική απάντηση στο ερώτημα «Να το υιοθετήσω ή όχι;» θα ήταν η εγκατάλειψη ενός άρρωστου ζώου μετά την υιοθεσία του.